Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Ο Λεβιάθαν ποτέ δεν κοιμάται



Δεν τον κοιτούσε. Κοιτούσε μπροστά. Δεν έβλεπε μπροστά της. Ξεροκατάπιε. Στο μισάνοιχτο στόμα το κάτω χείλος τρεμόπαιζε. Άρχισε να ξεκουμπώνει το παντελόνι και προχώρησε χωρίς να λυγίζει τα γόνατα προς το μπάνιο. Ανοίγοντας την πόρτα, διέταξε:

- Γρήγορα. Την εισαγωγή! Τα θρωπάκια!

Ήρεμος, με σιγουριά, σήκωσε το βιβλίο απ΄το τραπέζι, βρήκε τη σελίδα κι άρχισε να διαβάζει όταν ακούστηκε η αγκράφα της ζώνης να χτυπά στα πλακάκια:


Εφόσον η ζωή δεν είναι παρά μια κίνηση των μελών του σώματος, με απαρχή της κάποιο κύριο εσωτερικό μέλος, γιατί δεν θα μπορούσαμε άραγε να πούμε ότι όλα τα αυτόματα (μηχανές που κινούνται από μόνες τους, με ελατήρια και τροχούς, όπως ένα ρολόι) διαθέτουν τεχνητή ζωή; Διότι τι άλλο είναι η καρδιά αν όχι ελατήριο, τα νεύρα ισάριθμες χορδές και οι κλειδώσεις ισάριθμοι τροχοί, που μεταδίδουν κίνηση σε όλο το σώμα σύμφωνα ακριβώς με το σκοπό του κατασκευαστή; Η τέχνη προχωρεί ακόμα παραπέρα, μιμούμενη εκείνο το έλλογο και ανυπέρβλητο έργο της φύσης, τον άνθρωπο.

- Η τέχνη προχωρεί ακόμα παραπέρα. Ναι, ναι. Ήταν η φωνή της απ' το μπάνιο, βγαλμένη μέσα από τα δόντια, σαν να προσπαθούσε ν' ανοίξει σφιχτοκλεισμένο βάζο με σάλτσα ντομάτα ή με οποιοδήποτε άλλο περιεχόμενο, πάντως πολύ σφιχτά κλεισμένο. 

- Πράγματι,... διάβαζε λοιπόν!

Πράγματι, με την τέχνη δημιουργήθηκε αυτός ο μέγας Λεβιάθαν, ο αποκαλούμενος πολιτική κοινότητα ή κράτος, στα λατινικά civitas, που άλλο δεν είναι παρά τεχνητός άνθρωπος. Είναι, βεβαίως, αυτός μεγαλύτερος και ισχυρότερος από τον φυσικό άνθρωπο, στην προστασία και υπεράσπιση του οποίου αποσκοπεί. Η κυριαρχία αποτελεί την τεχνητή ψυχή αυτού του τεχνητού ανθρώπου, εμφυσώντας ζωή και κίνηση σ' ολόκληρο το σώμα. Οι δημόσιοι λειτουργοί και οι υπόλοιποι δικαστικοί και εκτελεστικοί αξιωματούχοι είναι οι τεχνητές κλειδώσεις του. Η ανταμοιβή και η τιμωρία, προσδένοντας κάθε άρθρωση και μέλος στην έδρα της κυριαρχίας και παρωθώντας στην εκτέλεση του καθήκοντος, αποτελούν τα νεύρα του, τα οποία επιτελούν την ίδια λειτουργία στο φυσικό σώμα. Τα αγαθά και τα πλούτη όλων των ξεχωριστών μερών του αποτελούν την ισχύ του. Στη salus populi, την ασφάλεια του λαού, έγκειται το έργο του. Οι σύμβουλοι, που τον πληροφορούν για όλα όσα πρέπει να γνωρίζει, συνθέτουν τη μνήμη του. Η ευθυδικία και οι νόμοι συγκροτούν τον τεχνητό Λόγο και τη Βούλησή του. Η ομόνοια είναι η υγεία του, η ανταρσία η ασθένειά του και ο εμφύλιος πόλεμος ο θάνατός του. Τέλος, 

- Τέλος, τέλος, τέλος, μουρμούρισε πίσω απ' την ανοιχτή πόρτα.
- Τι μουρμουρίζεις τώρα;
- Τίποτα δεν σουρμουρίζω. Τέλος αυτό. Τώρα: πυκνότητα. Πυκνότητα και μετά βάρος. Τώρα!
Αυτή τη φορά το τελετουργικό επισπευδόταν. Πάντα υπήρχε τελετουργικό, που βελτιωνόταν με τον καιρό, γινόταν πιο αποδοτικό, η δυσκοιλιότητα αντιμετωπιζόταν, όμως η επιτυχία δεν ήταν ποτέ σίγουρη.Η ανάγνωση των αποσπασμάτων από τον Λεβιάθαν του Χομπς είχε πολύ καλά αποτελέσματα. Η αλλαγή στο τελετουργικό αποφασίστηκε μετά από ένα στεγνό διάστημα. Βάσανο. Τώρα η δουλειά του δυσκόλεψε, αλλά μετρούσε το αποτέλεσμα. Η εναλλαγή τραγουδιών της Ντιαμάντα Γκαλάς ήταν πιο ξεκούραστη αλλά πολύ λιγότερο αποτελεσματική. Είχε οδηγήσει σε μια περίοδο κόπωσης. Με τον Λεβιάθαν τα πράγματα έμοιαζαν πρωτόγνωρα βολικά. Και τώρα φαινόταν να φορτσάρει. 

Αυτή τη φορά το τελετουργικό επισπευδόταν. Το είχε καταλάβει απ' την αρχή, απ' το περπάτημά της, ότι κάτι άλλαζε. Συνήθως ήταν διστακτική όταν το αποφάσιζε. Αυτή τη φορά ήταν λες και υπάκουε σε μιαν ανταρσία των σπλάχνων. Προσπέρασε πολλούς σελιδοδείκτες για να φτάσει στο Βασίλειο του Σκότους. Πλησίαζε η ώρα της απελευθέρωσης. Ο έξω σφιγκτήρας μυς πρέπει να ήταν ήδη χαλαρός. Ο αυτόνομος έσω σφιγκτήρας κόντευε να παραδοθεί. Ο σελιδοδείκτης ήταν στις τελευταίες σελίδες.

Εάν θέλαμε να γνωρίσουμε για ποιο λόγο το ίδιο σώμα, χωρίς να προστεθεί τίποτε σ' αυτό, φαίνεται μεγαλύτερο τη μία φορά και μικρότερο την άλλη, αυτοί απαντούν ότι, όταν φαίνεται μικρότερο, είναι συμπυκνωμένο, κι όταν φαίνεται μεγαλύτερο, είναι αραιωμένο. Τι σημαίνουν οι λέξεις συμπυκνωμένο και αραιωμένο;

Άκουσε ένα πνιγμένο βογγητό. Διέκοψε για να γυρίσει στην προηγούμενη παράγραφο:


Εάν επιθυμείς να γνωρίσεις για ποιο λόγο κάποια είδη σωμάτων πέφτουν φυσιολογικά προς τη γη, ενώ άλλα φυσιολογικά ανέρχονται, οι Σχολαστικοί, ακολουθώντας τον Αριστοτέλη, θα σου πουν ότι τα σώματα τα οποία πέφτουν είναι βαρειά, και ότι το βάρος αυτό είναι η αιτία που τα αναγκάζει να κατέρχονται. Εάν όμως ρωτήσεις τι εννοούν με το βάρος,










Πλαφ! Άκουσε το πλαφ. Σιωπή. Το βάρος νίκησε. Δεν πρόλαβε να διαβάσει ότι "το κέντρο της γης είναι ο χώρος της ηρεμίας και της συντήρησης των βαρέων πραγμάτων". Η ηρεμία ήταν το ζητούμενο. Για να επιτευχθεί ηρεμία έπρεπε το ορθό ν' αδειάσει. Όμως το πλαφ ήτανε μεν συμπυκνωμένο αλλά ήταν και ελαφρύ. Μισοκοιμισμένο. Θα έπρεπε ν' ακολουθήσει το δεύτερο, το ισχυρό. Τα δευτερόλεπτα περνούσαν βασανιστικά. Υπήρχε ένας σεβαστός όγκος, ήταν σίγουρος, που ισορροπούσε στο μεταίχμιο. Αν γυρνούσε πίσω όλα θα χάνονταν. Κι ίσως ακολουθούσε μια νέα στεγνή περίοδος. Σε λίγο η αναπνοή της επανήλθε και κυρίεψε τη σιγή. Ήταν βαριά, δύσκολη, με διακοπές, πνιγμένη στον ιδρώτα. Εκείνος είχε ένα κρυφό χαρτί. Αυτό δεν το είχαν συμφωνήσει. Είχαν διαλέξει μαζί τ' αποσπάσματα του Λεβιάθαν. Αλλά όχι αυτό. Ήταν το πλαν-Φομπς. Συγκεντρωμένες κάμποσες από τις αμέτρητες αναφορές του Χομπς στον φόβο. Άρχισε να διαβάζει:

Η εντύπωση που προκαλούν όσα πράγματα επιθυμούμε ή φοβόμαστε είναι ισχυρή και μόνιμη ή, εάν παύσει για λίγο, γρήγορα επανέρχεται. Μερικές φορές είναι τόσο ισχυρή ώστε παρεμποδίζει και διακόπτει τον ύπνο μας. /.../ Η αποστροφή, σε συνδυασμό με την αναμονή μιας βλάβης που θα προκληθεί από το αντικείμενό της, αποκαλείται φόβος.

- Μα, τι; ακούστηκε με την ίδια αγωνία. 
- Τίποτα. Συνεχίζουμε. Φομπς, της απάντησε. Συνέχισε διαβάζοντας όλο και πιο γρήγορα, όλα και πιο αγχωμένα, όλο και πιο αγχωτικά:

Ο φόβος χωρίς την επίγνωση της αιτίας ή του αντικειμένου του, αποκαλείται πανικός, από το όνομα του Πανός που, κατά τους μύθους, τον προκαλούσε. /.../ όπως δεν είναι δυνατόν να υφίσταται ζωή χωρίς αισθήσεις, έτσι δεν είναι δυνατόν και να υφίσταται χωρίς επιθυμίες ή φόβους. /.../ ο ένας ονομάζει φρόνηση ό,τι ο άλλος αποκαλεί φόβο /.../ Εάν η σωφροσύνη συνδυασθεί με τη χρήση άδικων ή ανέντιμων μέσων, όπως εκείνα στα οποία καταφεύγουν οι άνθρωποι από το φόβο ή την ανάγκη, προκύπτει η διεστραμμένη φρόνηση που αποκαλείται πανουργία και είναι ένδειξη μικροψυχίας. /.../ Η αποθάρρυνση υποδουλώνει τον άνθρωπο σε αναίτιους φόβους, κι αυτό είναι μια μορφή τρέλας η οποία αποκαλείται μελαγχολία. /.../ Η μεγάλη επιτυχία αποτελεί ισχύ, επειδή δημιουργεί φήμη φρόνησης ή καλής τύχης, πράγμα που κάνει τους ανθρώπους είτε να φοβούνται, είτε να βασίζονται σε κάποιον. /.../ Η εκδήλωση αγάπης ή φόβου προς κάποιον σημαίνει απόδοση τιμής, διότι και η αγάπη και ο φόβος αποτελούν αναγνώριση αξίας. Η περιφρόνηση, ή η αγάπη και ο φόβος σε βαθμό μικρότερο από τον αναμενόμενο, αποτελούν καταφρόνηση, διότι υποβιβάζουν τον άλλο. /.../ Η επιθυμία για άνεση και σαρκική απόλαυση προδιαθέτει τους ανθρώπους στην υπακοή σε μια κοινή εξουσία. [...] Στην ίδια υπακοή και για τον ίδιο λόγο προδιαθέτει και ο φόβος του θανάτου ή του τραυματισμού. /.../ Ο φόβος της καταπίεσης προδιαθέτει τον άνθρωπο είτε να την προλαβαίνει ασκώντας τη για λογαριασμό του είτε να επιζητεί τη βοήθεια της κοινωνίας. /.../ Όσοι διερευνούν λίγο ή και καθόλου τις φυσικές αιτίες των πραγμάτων, εξαιτίας ενός φόβου που απορρέει από την άγνοια του τι μπορεί να τους βλάψει ή να τους ωφελήσει πολύ, τείνουν να υποθέτουν και να επινοούν διάφορα είδη αόρατων δυνάμεων. Και φοβούνται, έπειτα, τις ίδιες τις φαντασίες τους /.../ Η καρδιά εκείνου που βλέπει πολύ μακριά μεριμνώντας για το μέλλον κάθε μέρα κατατρώγεται από το φόβο του θανάτου, της φτώχειας ή όποιας καταστροφής και δεν υπάρχει γι' αυτόν ανάπαυση ούτε ανάπαυλα στην αγωνία του παρά μόνο τις στιγμές που αποκοιμιέται. /.../ ο διηνεκής φόβος, που συνοδεύει πάντα την ανθρώπινη άγνοια των αιτίων, όπως ο φόβος που μας συνοδεύει στο σκοτάδι, πρέπει να έχει κάτι ως αντικείμενο. /.../ Τα πάθη που ωθούν τους ανθρώπους προς την ειρήνη είναι ο φόβος του θανάτου, η επιθυμία των πραγμάτων που απαιτούνται για μια άνετη διαβίωση και η ελπίδα ότι αυτά θ' αποκτηθούν με την εργατικότητα. /.../ οι προφορικές δεσμεύσεις είναι πολύ αδύναμες για να αναχαιτίσουν την ανθρώπινη φιλοδοξία, την πλεονεξία, το θυμό και άλλα πάθη, αν δεν υπάρχει και το φόβητρο μιας εξαναγκαστικής εξουσίας /.../ όσες πράξεις μπορώ νομίμως να κάνω χωρίς υποχρέωση, άλλες τόσες μπορώ νομίμως να κάνω συμβαλλόμενος από φόβο. /.../ το μόνο που μπορούν να κάνουν δύο άνθρωποι, οι οποίοι δεν υπόκεινται σε κάποια πολιτική εξουσία, είναι να ορκισθούν αμοιβαία στο Θεό που φοβούνται. /.../ Ο φόβος συμβιβάζεται με την ελευθερία. Όταν κάποιος ρίχνει τα πράγματά του στη θάλασσα επειδή φοβάται ότι το πλοίο θα ναυαγήσει, το κάνει εκουσίως και μπορεί, αν θέλει, να αρνηθεί να το κάνει. /.../ Από όλα τα πάθη, εκείνο που προδιαθέτει λιγότερο τους ανθρώπους στο να παραβαίνουν τους νόμους είναι ο φόβος. /.../ αποτελεί μέρος της έλλογης λατρείας το να μιλούμε με ευσέβεια για τον Θεό, καθώς τούτο δείχνει φόβο απέναντί του και ο φόβος ισοδυναμεί με ομολογία της ισχύος του. /.../ Σκανδαλώδης λατρεία όμως είναι μόνο η φαινομενική λατρεία [...] και προέρχεται μόνο από τον φόβο του θανάτου ή άλλης οδυνηρής ποινής.

Πλάφφφφφφ. Ακούστηκε επιτέλους το πλαφ. Και ήταν θριαμβευτικό. Θα πρέπει να σήκωσε κύμα μέσα στη λεκάνη, απ' αυτά που ανταποδίδουν καταβρέχοντας. Κόντευε να εξαντληθεί όπως τ' αποσπάσματα Φομπς. Είχε μουδιάσει η μασέλα του κι έτρεμε. Σταμάτησε το διάβασμα. Η λύση Φομπς ήταν καταλύτης. Ο φόβος της δυσκοιλιότητας, ο ίδιος ο φόβος της προκαλεί τη δυσκοιλιότητα, συμπέρανε. Ο φόβος του θανάτου μεταμφιεσμένος, δηλαδή. Οι νεκροί δεν χέζουν. 

Σε λίγο την άκουσε να μπαίνει στο ντους, σιγοτραγουδώντας. Τελευταία, όταν το φχαριστιόταν, παρωδούσε το γνωστό εμβατήριο σιγοτραγουδώντας "ο Λεβιάθαν ποτέ δεν κοιμάται...". Ήταν ώρα να ξεκουραστεί κι εκείνος. Το τραγούδι της ήτανε το τελικό σύνθημα. Στο σάουντκλάουντ περίμενε το αγαπημένο της αυτόν το καιρό, ο Άυπνος Λεβιάθαν ενός βαρετού μπλογκοτέχνη. Πώς τον βαριόταν... Το έβαλε στο τέρμα και βγήκε στην αυλή για ένα τσιγαράκι. 










Ύπνο δεν έχει ο Λεβιάθαν.
Όλοι το ξέρουν όσοι πάθαν.
Κι όσοι δεν πάθαν κάτι ξέρουν.
Απ' τα θρωπάκια του υποφέρουν.

Ύπνο δεν έχει. Ούτε αιτία
να κοιμηθεί. Στα εφετεία,
με υπνωτισμένες τις αρθρώσεις,
προσθέτει κράτους επιστρώσεις.

Ύπνο δεν έχει ούτε σχόλη
σε τούτη και σε κάθε πόλη.
Δικά του είναι τα κύτταρά τους·
με την ψυχή τους, τον παρά τους.











άντε