Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Την έβαψες


Μια και είχαμε μείνει στον Μπορίς Βιαν, η δική του εκδοχή για την κοινοτοπία τού όλα έχουν ειπωθεί, σε μετάφραση Αντ. Φωστιέρη - Θαν. Νιάρχου:



Έχουνε όλα ειπωθεί εκατό φορές
Και μάλιστα καλύτερ' από μένα
Αν λοιπόν γράφω στίχους
Είναι γιατί μ' αρέσει
Είναι γιατί μ' αρέσει
Είναι γιατί μ' αρέσει
Να μπαίνω στο ρουθούνι σας






Και καθώς όλα έχουν πια ειπωθεί, που ποιούσε κι ο Βιαν, καθώς η ανάλυση της πραγματικότητας γίνεται πάντα μέσα στα όρια των αποδεκτών αρχών, ώστε να έχει προδιαγεγραμμένα αποτελέσματα, καθώς ό,τι κι αν πεις μέσα είσαι, αφού όλα μοιάζουν προσχεδιασμένα, στημένα και πουστιές κι όλα μοιάζουν τυχαία, δίχως έρμα, χαοτικά, απρόβλεπτα κι οι μάζες αδιαφορούν για το παρόν και το μέλλον, αδιαφορούν για το παρελθόν, διαλύονται σαν μεσαία τάξη, ελπίζουν, απελπίζονται, σιωπούν.

Κοίτα τη δουλειά σου. Θα πει μην ασχολείσαι αν δεν είναι δουλειά σου, αν δηλαδή κάποιος, κάτι δεν αφορούν τα καθήκοντά σου μην ασχολείσαι. Μην ασχολείσαι αν κάποιοι έσπασαν στο ξύλο τον μετανάστη. Εδώ που τα λέμε, κι αθώος να ήταν, έτσι θα φοβηθούν κι οι άλλοι, που ανοίγουν σπίτια. Εντάξει, μπορεί να φαίνεται υπερβολή να τους λες υπάνθρωπους, αλλά, εδώ που τα λέμε, ποιος άλλος τα είπε στους κλέφτες κοντρ α λα μουτρ μέσα στη βουλή; Ας μην αγνοούμε την πραγματικότητα. Κάπως έτσι σκέφτεται ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος.

Το θέμα είναι τι γίνεται με σένα που λες πως μισείς τους φασίστες, τη φασιστική ιδεολογία και νοοτροπία, και ανησυχείς. Αμηχανία. Άλλος πολιτισμός. Άλλο ν' ακούς Νότη Σφακιανάκη. Πώς να μιλήσεις σ' όσους κοιτάζουν τη δουλειά τους μόνο; Τι σχέση έχεις μ' αυτούς; Η αδιάφορη μάζα σήμερα σιωπά και αύριο θα χειροκροτεί. Τι να πεις με το ψηλοτάκουνο; Τι σχέση έχεις μ' αυτούς; Που, απλούστατα, καθορίζουν με την ανοχή τους τον κόσμο που έρχεται; Είναι λίγο; Είναι πολλοί. Εσύ κι οι υπόλοιποι ψαγμένοι, πολύ λίγοι.

Απ' το να τους αγνοήσουμε, για να μην τους διαφημίζουμε, μέχρι το να τους τσακίσουμε, λες και πρόκειται για παλιά ξαναζεσταμένη βεντέτα, η υπόθεση βαλτώνει. Το πρόβλημα δεν είναι στον φουσκωτό ντενεκέ, αυτός εδώ ήταν και πρόπερσι. Το πρόβλημα είναι με τον θείο σου και τον αδερφό της φίλης σου, με την κόρη της συναδέλφου σου, με την ψιλικατζού, τη γυναίκα του Λευτέρη. Που μέχρι χτες αδιαφορούσαν, αλλά τώρα οφείλουν να ελπίσουν στον φασισμό. Αλλά τι να πεις μ' αυτούς; Δεν έχετε τίποτα κοινό. Την έβαψες.

Ή μήπως έχετε;


conortalbot



μας ταξινόμησαν γλυκά, μας διαχωρίσαν κάργα
μας στήσανε σα μόμολα όλους καρσί κι αλάργα
εγώ τ' ακούω βερεσέ, βιβάλντι εσύ και στράους
τον άλλο, με την πάολα, τον ενοχλούν τα ράους
αλλού δεν έχω να κρυφτώ - η τρέλα μου ας συνδράμει
το αλαφιασμένο μου μυαλό που απόμειν' ένα δράμι

άσμα προδοτικό και εορταστικό
που ντεμπουτάρισε στο νάιτ κλαμπ
Crazy Raven

Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

Λιποτάκτης, του Boris Vian



Κύριε Πρόεδρε, λίγο
μονάχα χρόνο αν βρείτε,
το γράμμα μου ίσως δείτε
που το γραψα πριν φύγω.

Μου ήρθε ένα χαρτί, 
φύλλο πορείας το λένε· 
στον πόλεμο με θένε 
το βράδυ πριν να ’ρθεί. 

Μα Κύριε Πρόεδρε, όχι! 
Αυτά δεν μου ταιριάζουν· 
θέλουν να με διατάζουν 
φονιά με ξιφολόγχη. 

Κι αυτό μη σας τσαντίσει, 
μα πρέπει να το πώ: 
Με απόφαση, πω πω, 
έχω λιποτακτήσει. 


Αδέρφια και πατέρα 
νεκρούς έχω αντικρίσει 
και τα παιδιά μου μίση 
τα σκιάζουν κάθε μέρα. 

Η μάνα μου θαμμένη, 
που είχε υποφέρει χρόνια, 
γελάει με τα κανόνια, 
γελάει σκουληκιασμένη. 

Με δέσαν δυστυχή, 
μου κλέψαν την αγάπη. 
Δουλειά έγινε χασάπη 
των χρόνων μου η ψυχή. 

Αύριο με την αυγή 
την πόρτα θα βροντήξω 
το χτες για να το πνίξω. 
Θα φύγω κι όπου βγει. 


Τη ζωή μου θα ικετεύω 
στους δρόμους στη Γαλλία· 
Βρετάνη, Προβηγκία 
ανθρώπους θα γυρεύω: 

Μην υπακούτε πια, 
να μην καταταχτείτε, 
στον πόλεμο αρνηθείτε 
να πάτε. Ούτε σκοπιά! 

Κύριε Πρόεδρε, αν
για αίμα διψά η πατρίδα,
κρατήστε μιαν ασπίδα
κι ή επί τας ή ταν.

Κι αν σύλληψη διατάξετε,
στους μπάτσους να το πείτε
πως άοπλο θα με βρείτε,
τις σφαίρες σας να στάξετε.




xyz contagion - costa carpediem


O Λιποτάχτης του Boris Vian, "το πιο γνωστό αντιμιλιταριστικό τραγούδι",   γράφτηκε το 1954, όταν άρχιζε ο πόλεμος της Αλγερίας. Το τραγούδι λογοκρίθηκε, η ιστορία του είναι μεγάλη, αμέτρητες κι οι διασκευές του. Πιο πάνω, η απόδοση στα ελληνικά από τον υποφαινόμενο λιποτάχτη ποιητή, έτσι ώστε να μπορεί να τραγουδηθεί στον ίδιο το σκοπό του Vian· πιο εύκολα απ' ό,τι η γνωστή μετάφραση των Φωστιέρη - Νιάρχου. Μπορούμε να τραγουδήσουμε με τη συνοδεία της φυσαρμόνικας του Zazapat:






Ο ίδιος ο Vian άλλαξε τους δυο τελευταίους στίχους από "que je serai en arme  / et que je sais tirer" σε "que je n'aurai pas d'armes / et qu' ils pourront tirer". Την τελευταία στροφή λοιπόν, πριν την αλλαγή της, ας την τραγουδήσουμε έτσι:





Κι αν για να βγείτε λάδι
οι μπάτσοι μου την πέσουν,
δεν θα με ξαναδέσουν·
ξέρω καλό σημάδι.




Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2012

ο Εκτιποτισμός του Καντάφι


Ιδιόρρυθμος δικτάτορας, ηγέτης, παρανοϊκός που βίαζε μαθήτριες, αντιιμπε-ριαλιστής, φιλοαμερικανός, τι; Αμφιλεγόμενος; Μπα. Από αδιαφιλονίκητος αρχηγός μιας ζωής όπως τη γούσταρε, σώμα πομπεμένο μιας άξαφνα ή προδια-γεγραμμένα γυμνής ζωής. Ο Καντάφι. Ένα χρόνο πριν, στις 20 Οκτωβρίου 2011, το youtube γλέντησε την εξευτελιστική θανάτωση του homo gaddafi sacer. O Agamben στο Homo Sacer

Αυτή η βία - η μη εγκεκριμένη θανάτωση την οποία μπορεί να διαπράξει οποιοσδήποτε - δεν μπορεί να ταξινομηθεί ούτε ως θυσία ούτε ως δολοφονία, ούτε ως εκτέλεση μιας καταδίκης ούτε ως ιεροσυλία. Δεν αναφέρεται βέβαια στον Καντάφι, αλλά γενικά σε μία σχέση εξαίρεσης του ανθρώπινου πράττειν. Πρόκειται για τη σφαίρα της κυρίαρχης απόφασης, η οποία αναστέλλει τον νόμο στην κατάσταση της εξαίρεσης και ενέχει με τον τρόπο αυτό τη γυμνή ζωή. 

Μα, ο Καντάφι; Ο κυρίαρχος της Τζαμαχιρίγιας; Ναι. Στα δύο ακραία όρια της έννομης τάξης, κυρίαρχος και homo sacer παρουσιάζουν δύο συμμετρικές φιγούρες, που έχουν την αυτή δομή και συσχετίζονται, με την έννοια ότι κυρίαρχος είναι αυτός εν σχέσει προς τον οποίο όλοι οι άνθρωποι είναι δυνάμει homines sacri, και homo sacer είναι εκείνος εν σχέσει προς τον οποίο όλοι οι άνθρωποι ενεργούν ως κυρίαρχοι. 

Ο Καντάφι, που είχε τη δύναμη να αφαιρέσει τη ζωή οποιουδήποτε, βρέθηκε στη θέση αυτού που μπορούσε οποιοσδήποτε να του αφαιρέσει τη ζωή. Ανώνυμα, δημόσια, γιουτουμπικά. Εξάλλου, η θανάτωση είτε του homo sacer είτε του κυρίαρχου δεν συνιστά ανθρωποκτονία. Του δεύτερου, επειδή είναι κάτι σοβα-ρότερο... 

Συσχετίζοντας τα σώματα του κυρίαρχου και του sacer, ο Agamben καταλήγει στους Γιακωβίνους που, το 1972, επιθυμούσαν να θανατωθεί ο βασιλιάς απλώς χωρίς δίκη, και ωθούσαν μέχρι τα άκρα, μολονότι πιθανώς δίχως να το αντι-λαμβάνονται, την πίστη στην αρχή της αθυτότητας της ιερής ζωής, την οποία οποιοσδήποτε μπορεί να θανατώσει δίχως να διαπράξει ανθρωποκτονία, αλλά η οποία δεν μπορεί να υποβληθεί στις θεσπισμένες μορφές εκτέλεσης. 

Έτσι κι αλλιώς, όχι μόνο στην περίπτωση του Καντάφι, αλλά γενικά, η εκ των προτέρων απόδοση σε ένα ανθρώπινο σώμα της άθυτης αλλά φονεύσιμης ιδιότητας του homo sacer είναι ακόμα εξαιρετικά δύσκολη. Αν σήμερα δεν υφίσταται πλέον μια εκ των προτέρων προσδιορίσιμη φιγούρα του homo sacer είναι, ίσως, γιατί είμαστε όλοι ανεξαιρέτως δυνάμει homines sacri.





Πήγα να γράψω για τον θάνατο του Καντάφι πριν από ένα χρόνο. Θυμήθηκα το "Επί Ασπαλάθων...", το τελευταίο ποίημα του Σεφέρη, που δημοσιεύθηκε στο Βήμα τρεις μέρες μετά το θάνατό του, το Σεπτέμβριο του 1971. Το ποίημα αναφέρεται στην τύχη που είχε στον Άδη ο πατροκτόνος και αδερφοκτόνος τύραννος Αρδιαίος: το χειρότερο από τα παθήματά του ήταν το καταξέσκισμά του πάνω σε αγκαθωτούς ασπαλάθους, όπως το περιγράφει  ο Πλάτων στην Πολιτεία
Ο Σεφέρης είχε στο νου του τη χούντα στην Ελλάδα. Ο Καντάφι, όμως, ήταν αυτός που η τύχη του θύμιζε εκείνη του Αρδιαίου, κι όχι οι συνταγματάρχες. Είδα τυχαία ότι ο κ. Παπαϊωάννου είχε δημοσιεύσει το ποίημα στο αντίφωνο. Και το άφησα. 



»Εκεί πια, είπε, άνδρες αγριωποί που φάνταζαν σαν γλώσσες φωτιάς και στέκονταν πλάι στο άνοιγμα, ακούγοντας το μουγκρητό, άλλους μεν τους έπιαναν και τους τραβούσαν, τον Αρδιαίο όμως και μερικούς άλλους, αφού τους έδεσαν χειροπόδαρα, μαζί και το κεφάλι, τους έβαλαν κατάχαμα και τους έγδαραν, έπειτα τους τράβηξαν έξω από το δρόμο, στο πλάι, σέρνοντάς τους απάνω σε ασπαλάθους, κι εξηγούσαν κάθε φορά στους περαστικούς γιατί το έκαναν αυτό και ότι τους πήγαιναν να τους ρίξουν στον Τάρταρο». Κι από τους πολλούς και κάθε λογής φόβους που 'χαν δοκιμάσει, ο μεγαλύτερος, είπε, ήταν μήπως κι ακουγόταν εκείνο το μουγκρητό την ώρα που καθένας τους θα προσπαθούσε να βγει, κι ήταν μεγάλη η χαρά να 'ναι το μουγκρητό σταματημένο καθώς θα ανέβαιναν επάνω. Αυτές περίπου, είπε, ήσαν οι ποινές και οι τιμωρίες, κι οι ανταμοιβές πάλι ανάλογες.


Αυτό ήταν (σε μετάφραση Ν. Μ. Σκουτερόπουλου)
το απόσπασμα από την Πολιτεία 
που ενέπνευσε τον Σεφέρη:


Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα και οι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμερα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας
που αντηχούν
   ακόμη...

Γαλήνη.
-Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού
   τ' αυλάκια·
τ΄όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από κείνους τους καιρούς.

Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
"τον έδεσαν χειροπόδαρα" μας λέει
"τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι".

Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος ο Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.

31 του Μάρτη 1971



Ο Σεφέρης υποθέτω θα ήταν υπέρμαχος γενικότερα των πλατωνικών απόψεων για την πολιτική εξουσία, όπως παρουσιάζονται και στην Πολιτεία. Θα συμφωνούσε κι αυτός με την ιδέα ότι εκτός από τους τυράννους και άνθρωποι αμόρφωτοι, δίχως καμιά εμπειρία της αλήθειας, δεν θα ήταν ποτέ δυνατόν να διοικήσουν ικανοποιητικά μια πολιτεία. Ο Πλάτων, ο Σωκράτης φρονούσαν ότι οι σοφοί, αυτοί που μάλιστα από τη φύση τους είναι προικισμένοι  να διοικούν, οι τεχνικοί της εξουσίας, μπορούν μόνο. Η υπόθεση, καθόλου πρωτότυπο εν τούτω τω μπλωγκ, πάει αλλού, αλλά ο Καντάφι μπορούσε; Εκ των ιστορικών πραγμάτων, ναι. Μέχρις ότου να μην μπορεί· και από κυρίαρχος της Τζαμαχιρίγια, του κράτους του λαού δηλαδή, και λαός ίσον μάζα, έγινε κάτι σαν Αρδιαίος, έγινε homo qaddafi sacer, άθυτος αλλά φονεύσιμος βάναυσα, ατιμωτικά, εκτιποτιστικά. Για ν' απομείνει το άθυτο κουφάρι του, ένα ιερό τίποτα. 

Το πρόσωπο προσεύχεται. Ω πρόσωπο.
Αρχαίο καταυγάζει από μεταθανάτιες κραυγές.
Τρωάδα τού προσώπου.
Το μόνον πρόσωπο. Η τραγική στιγμή τού κόσμου.
Τινάζεται με φλέβες που εκλιπαρούν, φριχτές
εκφράσεις αγωνίας που το δείχνουν πιο γυμνό
απ' όταν είναι κοιμισμένο πεθαμένο. Ο πανικός
του δέρματος παίρνει το δέρμα και τεντώνει το
τεντώνει
να το σώσει ως εκεί που δεν υπάρχει δέρμα
ως εκεί που δεν υπάρχει πρόσωπο. Φτάνει
εκεί που δεν υπάρχει δέρμα. Φτάνει
εκεί που δεν υπάρχει πρόσωπο.
Ω από αύρα μάγουλα κι ανάσας μύρο.
Το πρόσωπο
κυκλώνεται.
Ω το χιόνι στα δόντια. Ω το ρόδο στα χείλη.
Κυκλώνεται
από παντού. Ο εκτιποτισμός.
Κι αλώνεται. Το πνεύμα σαν χιόνι
το πνεύμα σαν ρόδο.
Από παντού
στα νύχια και στα δόντια των νημάτων.
Πέφτει
και πέφτει
γονατίζει. Γονατισμένο πρόσωπο
γλιστρώντας μες στο αίμα του. Πιο κάτω
δεν μπορεί να γίνει για το πρόσωπο.


Πιο κάτω απ' τον εκτιποτισμό δεν ημπορεί να γίνει, νιώθει έντρομος ο Δημήτρης Δημητριάδης σε μια απ' τις Σκηνές του Μαρτυρίου στον 7ο από τους Καταλόγους 5-8. Ο κυρίαρχος Καντάφι. Που στην έρημο ετάφη. Ξανά στον Agamben: Ο όρος σώμα, ο οποίος σε μεταγενέστερες εποχές παρουσιάζεται ως ένα καλό ισοδύναμο του δικού μας σώματος, αρχικώς σήμαινε μόνο «πτώμα, λείψανο, κουφάρι», ως εάν η ζωή καθαυτή, η οποία για τους Έλληνες κατέληγε σε μια πολλαπλότητα όψεων και στοιχείων, να παρουσιαζόταν ως ενότητα μόνο μετά τον θάνατο. Το σπτώμα του Καντάφι εκτιποτισμένο. Έτσι πλέρωνε τα κρίματά του, όπως ο Αρδιαίος του Πλάτωνα και του Σεφέρη; Μα πώς, αφού είναι άθυτο· φονεύσιμο μα άθυτο, το σώμα του Μουαμάρ. Κι έτσι τάφηκε όχι σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο, ο άλλοτε κυρίαρχος που θαύμασαν οι μάζες, έτσι είναι οι μάζες οι αδιάφορες, και τον ακολούθησαν άλλοτε πιστά. Όπως κι οι Tinariwen που το 1980 εκπαιδεύτηκαν σε στρατόπεδο ανταρτών Touareg στη Σαχάρα, μετά από πρόσκληση του Καντάφι. Θα τους ακούσουμε με ευχαρίστηση σ' ένα remix του Otomo Yoshihide από την Περσέπολη του Ιάννη Ξενάκη, γραμμένη από τον Έλληνα συνθέτη μετά από παραγγελία του Σάχη της Περσίας για τον γιορτασμό των 2.500 χρόνων από την ίδρυση της Περσίας από τον Κύρο. Ναι.


Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Ανοχές. Γιες!



Σβήνω και ξαναγράφω. Ο κόσμος που επαναναπαυτήκαμε μας αποχαιρέτησε. Κι αυτό, όπως κάθε τι, ακούγεται κοινότοπο. Παρατηρούμε γύρω μας τις αλλαγές. Τα μαγαζιά που κλείνουν, τα σαράφικα που ανοίγουν, το ξόδεμα της αγωνίας στα παλιά χρυσαφικά, όσων έτυχε να βρουν. Παρατηρούμε τους ανθρώπους που αλλάζουν, σκύβουν, αγριεύουν, τρομάζουν, αγανακτούν και παραδίνονται. Είμαστε παρατηρητές. Μας παρατηρούν αδιάφορα ή μ' απορία. 

Κάθε εικόνα απομακρύνεται, χάνει τους ήχους της. Η κώφωση είναι μαζική. Αυτό το σύστημα θριαμβεύει πάντα. Και στην κρίση του. Πες με πεσιμιστή, προδότη ή καμπούρη. Πες με βολεμένο. Μα δε βγαίνει τίποτα έτσι. Άραγε ποιος μπορεί ακόμα να πιστεύει ότι η Μέρκελ ήρθε στην Ελλάδα για να δια-πραγματευτεί; Ποιος δεν κατάλαβε ότι όταν θέλουν το κέντρο της Αθήνας δεν καίγεται; Πώς γίνεται ακόμα και σήμερα να κάνουμε το καθήκον μας; Να απεργούμε, να διαδηλώνουμε, να κατανέμουμε τον χρόνο μας σε κινη-τοποιήσεις, παρέες, σινεμά, αναμνήσεις διακοπών, τρεξίματα, υποταγές, ψιλοκαταχρήσεις, ανωριμότητες και σοβαροφάνειες; Ως πότε θα κοροϊδεύουμε εμάς τους ίδιους; 

Είμαστε δεμένοι με το πανταχού παρόν παρελθόν μας. Ίσως οι μόνοι προνομιούχοι είναι όσοι έχουν μοναδική περιουσία τις αλυσίδες τους. Κι αυτοί είναι που χρειάζονται για τη βρώμικη δουλειά. Κάτι ξεβράκωτοι πάντα. Δεν ήρθε ίσως η ώρα τους ακόμα. Θα μας κάνουν, λέει, Βουλγαρία. Εκεί το πάνε. Μα αυτό είναι το τίμημα για την επανάπαυσή μας. Να γίνουμε ό,τι μας καθόριζε σαν διαφορετικούς. Η ευρωπαϊκή μας θέση μάς καθησύχαζε τόσα χρόνια. Είχαμε αρκεστεί στην άνετη πραγματικότητα. Με σαφείς τις αντιρρήσεις μας για την κοινωνία των 2/3 ή για τη γενιά των 700 ευρώ ή για τις συνθήκες ζωής και δουλειάς στα Βαλκάνια, την παιδική εργασία στην Ασία και την Αφρική, για τον σιχαμερό σεξοτουρισμό της άπω ανατολής. Όλα κι όλα. Είχαμε απόψεις κι ευαισθησίες. 

Αρκεστήκαμε να ζούμε σε μια κοινωνία που ανεχόταν. Ανεχόταν τους διαφορετικούς και τους ξένους λουσμένη μεταμοντέρνες χαρούλες και χιλιάδες υποκοριστικές αηδίες. Ήμαστε ΟΚ με την ανοχή. Ήσυχοι. Σαν να μην ήταν αυτό ακριβώς το πρόβλημα. Ανοχή σήμαινε αναστολή για όσο χρειάζεται. Για μέχρι τώρα που τη βρώμικη δουλειά αναλαμβάνουν άλλα θύματα. Οι ντενεκέδες  νεοναζί. Αυτούς ανέχεται τώρα η κοινωνία. Αν τους πεις κακοποιούς, σου λένε πως οι πολιτικοί είναι χειρότεροι. Η κοινωνία ξέρει ν' ανέχεται. 

Περπατώ στους δρόμους, βλέπω. Παρατηρώ. Άξαφνα ένα κοριτσάκι πετάγεται στο δρόμο. Θα 'ναι του γυμνασίου. Σφίγγει τις γροθιές. Περπατάει χοροπηδηχτά και ακούω να φωνάζει κοφτά: Γιες! Μπορεί αυτή η εικόνα να είναι προϊόν πολιτισμικής εκπαίδευσης, αλλά ναι, μπορεί να χαίρεται. Έχει πολύ λιγότερους δεσμούς με το παρόν παρελθόν απ' ό,τι εγώ. Σχεδόν κανέναν. Η ζωή ποδοπατιέται σαν λάφυρο θανάτου. Αλλά η διέξοδος είναι πέρα από τα ιστολογικά μιζερολογήματα. Ο χρόνος, εφιάλτης και νταντά μαζί, δεν χάνει ούτε λεπτό. 



Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Αλλού


Γιατί αδειάζουν γρήγορα οι δρόμοι κ’ η πλατέες,
κι όλοι γυρνούν στα σπίτια τους πολύ συλλογισμένοι;
Κ. Π. Καβάφης


Της βαρβαρότητας το θέαμα ήταν λίγο.
Tο βράδυ στήθηκαν μπρος στις οθόνες 
να διαπιστώσουν πάλι τις διαστρεβλώσεις.
Στην τελική δεν άλλαξε και κάτι, εκφώνησε ο ρεπόρτερ.
Δε χόρτασαν τα σόσιαλ μίντια και την τροπή
του λόγου που στενάζει σε τουί και τσιριπρόμ;  

Της βαρβαρότητας το θέαμα ήταν κομμάτι βαρετό.
Παραγωγοί μαζί και καταναλωτές, τα 'βαζαν
με τους μίσθαρνους απόντες. Τους πολλούς. 
Των χημικών οι οσμές τούς είναι πια συνηθισμένες.
Σε κάποιους ξύπνησαν οι σκέψεις
πως ίσως αρρωστήσουνε βαριά μια μέρα·
με τόσες εισπνοές , σε τόσες διαδηλώσεις.

Είναι πολλοί εκείνοι που προβλέπουν
πως δεν μπορεί το πλήθος να ευφωνήσει.
Ίσως ελπίζουν πάλι να στηθούν οι κάλπες·
με τόση πίστη, τόση του κόσμου συρροή.
Να 'ταν η ελπίδα απόσταγμα των παραβάν.




Όμως αλλού η ζωή φυσά και κλαίγει.
Αλλού τα πάθη ερωτοτροπούν.
Αλλού σφιχταγκαλιάζονται και στάζουν τη φυγή.
Αλλού. Το λέω μ' ελάχιστα, κατέχω το, στοιχεία.
Δύσκολο να βυθίζεσαι γυμνός στην ευτυχία.





Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Επαφίεμαι. Ίτε


Δυσβατώ 
στην εμποροπανήγυρι 
των κλαυσιγελώτων.
Ο δύσθυμος 
ρόδακας των ελών.
Διθύραμπος.
Σκλάβος των επιλογών. 
Αφέντης των επιλόγων.


Δυσβατώ 
στους μονωτήρες
ψυχών τε και σωμάτων.
Δες ο νεαυτός μου οκλαδόν 
νιπτήρ ανομημάτων. 
Πεπτωκώς των κουκαράτσων.
Φοβητρώς ομοειδών.


Σε άπταιστα πολεμικά, 
επαφίεμαι στον πατριωτισμό 
των Ελλήνων.
Είτε ίτε είτε ήτται.

Φασισταριά.




Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Hobsbawm:
το μέλλον δεν μπορεί να είναι
η συνέχιση του παρελθόντος


Ο Eric Hobsbawm, που πέθανε στα 95 χθες τα ξημερώματα σε νοσοκομείο του Λονδίνου, σαν μαρξιστής ιστορικός που ήταν, δεν θα πίστευε, λογικά, στην πιο παλιά ευγένεια του κόσμου, στο "κατά τύχη" του Νίτσε. Οπαδός του επιστημονικού ρεύματος του σοσιαλισμού καθώς ήταν, θα πίστευε πως μόνο με επιστημονικά μέσα μπορεί κανείς να αναλύσει, να συμπεράνει και να προβλέψει την πραγματικότητα. Αυτό είναι λογικό. Αλλά ο ίδιος ο Hobsbawm θα έλεγε μάλλον ότι αυτό είναι τρέλα. Κλείνοντας πριν από 18 χρόνια, στα 74 του, την ιστορική περιδιάβασή του στον προηγούμενο αιώνα, την Εποχή των Άκρων (1918 - 1991), διαπίστωνε για όσα έγραψε στο βιβλίο του:

Μπορούν απλώς να επισημάνουν το πόσο λίγα γνωρίζουμε καθώς και το πόσο ελάχιστα καταλάβαιναν όσοι έλαβαν τις κυριότερες δημόσιες αποφάσεις στον αιώνα μας. Το πόσο, επίσης, ελάχιστα από όσα συνέβησαν στο δεύτερο ήμισυ του αιώνα είτε περίμεναν να συμβούν είτε ήταν σε θέση να τα προβλέψουν. Όλα αυτά επιβεβαιώνουν την καχυποψία που πάντα έτρεφαν πολλοί, ότι η ιστορία - μεταξύ άλλων και πιο σημαντικών πραγμάτων - περιο-ρίζεται απλώς να καταγράφει τα εγκλήματα και τις τρέλες των ανθρώπων. Δε βοηθά καθόλου στην προφητεία. 



Όχι, η μελέτη της ιστορίας δεν θα σε βοηθήσει να προβλέψεις, να προφητέψεις το μέλλον, λέει ο Hobsbawm. Η ιστορία περιορίζεται να καταγράφει τα εγκλήματα και τις τρέλες των ανθρώπων. Πέρα απ' τη λογική. Κατά τύχη; Ήταν 1994, ο υπαρκτός σοσιαλισμός είχε καταρρεύσει, ο δυτικός καπιταλισμός έδειχνε να θριαμβεύει. Ανησυχητικό; Ποιος να προβλέψει το μέλλον...

Ζούμε σ' έναν κόσμο τον οποίο κατέκτησε, ξερίζωσε και μετασχημάτισε η τιτάνια οικονομική και τεχνικο-επιστημονική διαδικασία ή τουλάχιστον είναι λογικό να υποθέσουμε, ότι η διαδικασία αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί επ' αόριστον (ad infinitum). Το μέλλον δεν μπορεί να είναι η συνέχιση του παρελθόντος. Υπάρχουν σημάδια, και εξωτερικά και εσωτερικά, που δείχνουν ότι φτάσαμε σ' ένα σημείο ιστορικής κρίσης. Οι δυνάμεις που διαμόρφωσαν την τεχνικο-επιστημονική οικονομία είναι σήμερα αρκετά ισχυρές για να καταστρέψουν το περιβάλλον, με άλλα λόγια, τα υλικά θεμέλια της ανθρώπινης ζωής. Οι δομές των ίδιων των ανθρώπινων κοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων από τα κοινωνικά θεμέλια της καπιταλιστικής οικονομίας, βρίσκονται στο χείλος της καταστροφής λόγω της διάβρωσης που κληρονομήθηκε από το παρελθόν. Ο κόσμος μας κινδυνεύει είτε να εκραγεί είτε να καταρρεύσει εκ των έσω, γι' αυτό πρέπει να αλλάξει. 

Δε γνωρίζουμε πού πάμε. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι η ιστορία μάς έφερε εδώ που είμαστε σήμερα, καθώς και το γιατί μας έφερε - εάν φυσικά οι αναγνώστες συμμεριστούν τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στο βιβλίο. Ένα πράγμα μόνο είναι σαφές. Ότι εάν η ανθρωπότητα θέλει να έχει αναγνωρίσιμο μέλλον, δεν μπορεί να συνεχίσει να παρατείνει το παρελθόν ή το παρόν. Το δε τίμημα της αποτυχίας, με άλλα λόγια η εναλλακτική λύση απέναντι στην ανάγκη αλλαγής της κοινωνίας, θα είναι το έρεβος. 



Σοσιαλισμός ή έρεβος; Το δίλημμα του Hobsbawm. Εσχατολογικό; Ε... Πάντως  σήμερα μας τυραννούν οι συνέπειες του αγώνα, με νύχια και με δόντια, να παραταθεί το παρελθόν παρόν. Ή, σωστότερα, το παρόν παρελθόν. Το πιο θλιβερό είναι ότι ακόμα και τώρα, που η εποχή μοιάζει ύστατη (πόσες άραγε φορές ξανάμοιασε ύστατη η εποχή...), κυριαρχεί η λογική της ασφαλούς αναπαραγωγής της καταστροφικής ανθρωπιάς. Κι όμως. Κάποιοι που λογίζονται συγγενείς του εκλιπόντος ξεχνούν (λες να αγνοούν;) ότι τα έθνη τους δημιουργήθηκαν από εθνικισμούς, όπως ο Βρετανός ιστορικός εξήγησε· και ομνύουν στην ανάπτυξη, στο ιδεολόγημα που ταλαιπώρησε επί δεκαετίες τον δυτικό κόσμο και τώρα ξεσκίζει σαν ύαινα το παρελθόν παρόν. 




στην τρομπέτα μαζί με την Billie Holiday ο Frankie Newton
που δάνεισε ακούσια τ' όνομά του στον Hobsbawm 
για ψευδώνυμο (Francis. N.) για την υπογραφή του βιβλίου του