Θόρυβοι.
Η μνήμη πετάει το καπέλο.
Φωνή δεν ξεχωρίζεις ούτε βήχα
ούτε χασμουρητό ούτε τίποτα.
Η λύση είναι μία, θα έλεγε, μα δεν,
για τα θελήματα των νικητών ένας μικρός.
Μουγκάθηκε την ώρα
του αναποφάσιστου χιονόνερου.
Το βουητό στους δρόμους σέρνονταν
να μην το πιάνουν τα ραντάρ.
Μια μέρα ο μικρός πήρε τετράδιο.
Έγραψε:
Είμαστε οι νικητές.
Νικήσαμε στον δύσκολον αγώνα.
Όσοι δεν έμαθαν τη νίκη, πάει καλά.
Ας κοιμηθούν εδώ ως το πρωί.
Ο χρόνος νίκησε. Όσοι δεν έμαθαν
πώς γίνεται κάθε στιγμή
το μέλλον παρελθόν, ας κοιμηθούν.
Το άλλο πρωί αποφασίζουν.
Το διάβασε ο παπάς στην εκκλησία.
Άνδρας πολιτικός κατήγγειλε την καπηλεία.
Καταστασιακοί συγκρούστηκαν
σε οθόνες με περιστασιακούς.
Εθνικιστές κι ελευθεριακοί,
Ρουμάνοι κι Αλβανοί,
πρόσφυγες και αυτόχθονες,
παχύσαρκοι και ανορεξικοί,
εν γένει αμφίπολοι λογιών, λάτρεψαν
τον μικρό φονιά, τον μύστη της επαύριον.
Ουαί ή μην, ουρλιάζαν στα σοκάκια
καθώς ο δύσπνοος παράφρων:
καθώς ο δύσπνοος παράφρων:
Σε ξέραμε μικρέ
από το άλμπουμ με τα παιδικά γενέθλια.
Δεν έγινε ποτέ ο αγώνας που μας λες.
Κανένας δεν κοιμήθηκε τ' άλλο πρωί ν' αποφασίσει.
Ετούτη η πολιτεία, κι όλες, είναι καταραμένη.
Η σκέψη τυραννάει και τους τυράννους.
Ας πάει στο διάτανο ετούτη η σκέψη.
Ας παίξουμε κοντσίνα, ας τσακωθούμε·
ας πιούμε ό,τι νάναι, εν ανάγκη.
Το σάλεμα του χρόνου δε βαστιέται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου